Chronicles of Anesthesia | Κωνσταντίνος Λαδιανός

Στην ατομική του έκθεση Chronicles of Anesthesia, ο Κωνσταντίνος Λαδιανός συγκροτεί ένα προσωπικό ημερολόγιο που κινείται ανάμεσα στο βίωμα, τον μύθο, το θαύμα και το τερατώδες. Μέσα από πίνακες, κεντήματα και μια μεγάλη σειρά από κεραμικά γλυπτά, αυτοβιογραφικά στοιχεία συναντούν αφηγήσεις εμπνευσμένες από την παράδοση, την αγιολογική γραμματεία και τη λαϊκή μυθολογία, δημιουργώντας έναν χώρο όπου κάθε έργο λειτουργεί ως καταγραφή — μεταφέροντας μια ατμόσφαιρα, ένα συναίσθημα, την αίσθηση μιας εποχής — σαν κεφάλαιο που εντάσσεται σε μια ευρύτερη αφήγηση.
Η έννοια της «αναισθησίας» στο Chronicles of Anesthesia δεν είναι μόνο κατάσταση, αλλά και στάση απέναντι σε περιστατικά που μας σχημάτισαν. Σημαίνει την παύση, την απώλεια αίσθησης, ή την αδράνεια που συνοδεύει την ψυχική ή τη σωματική εξάντληση. Παράλληλα μεταφέρει και μια δόση ειρωνίας απέναντι σε εμπειρίες που μας συνταράσσουν. Η απόσταση που δημιουργεί ο καλλιτέχνης από τα συμβάντα με τον τίτλο του είναι δηλωτικός του χιούμορ που συναντά κανείς σε όλα του τα έργα— ένα χιούμορ που δεν αποσκοπεί στο γέλιο, αλλά στο να φωτίσει το δυσβάσταχτο, που καταδεικνύει καταστάσεις αποφεύγοντας να μας φέρει ωμά αντιμέτωπους με αυτές. Εδώ η αδράνεια γίνεται μορφή δράσης και η αναισθησία γίνεται κι αυτή ένα συναίσθημα -ίσως το πιο αναγκαίο στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Στο επίκεντρο της εικονογραφίας του Λαδιανού βρίσκονται ζωικές φιγούρες που λειτουργούν ως καθρέφτες εσωτερικών καταστάσεων. Καθεμία αντιπροσωπεύει μια διαφορετική πτυχή του ψυχισμού του καλλιτέχνη, μετατρέποντας το ζωικό βασίλειο σε χάρτη συναισθημάτων, ενστίκτων και επιθυμιών. Έτσι από απλές αναπαραστάσεις αποκτούν την πυκνότητα συμβόλων και γίνονται ενσαρκώσεις υπαρξιακών εντάσεων. Τα σώματά τους, οι μύες και οι εκφράσεις τους φέρουν λεπτές ανθρώπινες αποχρώσεις· δεν είναι ανθρωπόμορφα, αλλά αποκαλύπτουν το ανθρώπινο μέσα από τη στάση ή τα βλέμματα τους.
Παράλληλα, η ένωση του ζωικού και του ανθρώπινου συνομιλεί και με έναν άλλο κόσμο συμβόλων: εκείνον των συναξαριών, των αγιολογικών κειμένων και της Φυλλάδας του Μεγαλέξανδρου. Ο Λαδιανός ελκύεται από αυτά τα κείμενα επειδή ενσωματώνουν το ακραίο, μορφές συχνά αναρχικές που κινούνται από το υπερφυσικό έως το παράλογο. Ο Μαξίμος ο Καυσοκαλυβίτης και ο Άγιος Ονούφριος εμφανίζονται στα έργα του ως αλληγορικές παρουσίες, φέρνοντας την ένταση του μύθου αλλά και του ονείρου.

Παρατηρώντας τις καλύτερα, οι μορφές αυτές δεν είναι απλώς δανεισμένες από τα κείμενα, αλλά γεννιούνται μέσα από τη σχέση του καλλιτέχνη με τους δικούς του ανθρώπους. Οι φίλοι του, με τα χαρακτηριστικά και τις προσωπικές τους ιστορίες, εμπνέουν τον Λαδιανό να τους ενσαρκώσει ως τους μυθικούς ή αγιολογικούς αυτούς χαρακτήρες. Έτσι, το προσωπικό μετατρέπεται σε μυθικό και η αυτοβιογραφία του καλλιτέχνη παίρνει τη μορφή παραβολής, δημιουργώντας έναν χώρο όπου το προσωπικό και η καθημερινή εμπειρία συνυπάρχουν με τον μύθο και την αλληγορία.
Η υλικότητα των έργων αναδεικνύει την πολυσχιδή πορεία και την εξέλιξη του Λαδιανού ως δημιουργού —φιγούρες που σταδιακά ξεκόλλησαν από τη ζωγραφική επιφάνεια και σιγά-σιγά απέκτησαν τρισδιάστατη υπόσταση: πρώτα μέσα από τα κεντήματα του καλλιτέχνη, στη συνέχεια μέσα από τα μεταλλικά του ανάγλυφα και, πιο πρόσφατα, μέσα από τα κεραμικά γλυπτά. Σε αυτή την μετάβαση από το ένα μέσο στο άλλο, η χειροποίητη υλικότητα των έργων παρέμεινε κεντρική στη σκέψη και τη πρακτική του καλλιτέχνη. Κάθε έργο σχεδιάζεται, κεντάται, σχηματίζεται από πηλό και γυαλώνεται αποκλειστικά από τον ίδιο, από την αρχή έως το τέλος, διατηρώντας μια άμεση και σωματική σχέση με το κάθε αντικείμενο.
Στις σελίδες αυτού του χρονικού, ο Λαδιανός αποκαλύπτει πώς η τέχνη μπορεί να λειτουργεί ταυτόχρονα σε πολλαπλά επίπεδα και μέσα: να είναι προσωπική και μυθική, χιουμοριστική και σοβαρή, να κινείται από την επιφάνεια της ζωγραφικής ως τη σωματικότητα της γλυπτικής χειρονομίας. Η τέχνη του γίνεται τόπος συνύπαρξης αντιθέσεων — «αναίσθητη» απέναντι στο βάρος των εμπειριών, και ταυτόχρονα, βαθιά ευαίσθητη στην παραμικρή τους δόνηση.