Limen: Το «Ενδιάμεσο» της Δημιουργίας

Limen: Το «Ενδιάμεσο» της Δημιουργίας

Στην Αθήνα, μια πόλη που διαρκώς ανασαίνει ανάμεσα στο παρελθόν και στο άγνωστο, δύο νέες γυναίκες αποφάσισαν να σταθούν στο κατώφλι της και να κοιτάξουν μέσα. Η Θεώνη Ανδρουλιδάκη και η Βασιλική Πουλά, ζώντας μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου, δημιούργησαν το limen — ένα εγχείρημα που αντιμετωπίζει τα κλειστά κτίρια όχι ως απομεινάρια μιας άλλης εποχής, αλλά ως πιθανούς τόπους συνάντησης, πολιτισμού και νέας ζωής.

 

​​Συνάντησα τα δυο κορίτσια στον 6ο όροφο στην οδό Πανεπιστημίου 59, στο κτήριο στο βάθος της στοάς Φιξ, όπου έλαβε χώρα η πρώτη τους δράση: μια έκθεση φωτογραφίας με τίτλο: «Ο τρίτος χώρος». Το limen, το «κατώφλι», γίνεται εδώ χώρος μετάβασης: από το σκοτάδι της εγκατάλειψης στη δυνατότητα της κοινότητας.

Γνωρίστε τις κι εσείς! 

Η Βασιλική, με νομικό υπόβαθρο και εξειδίκευση στο χωροταξικό δίκαιο, εξηγεί ότι το ενδιαφέρον της για την αλλαγή των πόλεων γεννήθηκε όχι από θεωρία, αλλά από τις καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων. Ξεκινάει το διδακτορικό της σε θέματα αστικών υποδομών κι αστικής ανθεκτικότητας σκεπτόμενη πως μπορούμε να βελτιώσουμε τις πόλεις μας σε πλαίσιο δράσης.

«Γρήγορα κατάλαβα ότι καμία πολιτική δεν εφαρμόζεται σε κενό. Όλα καταλήγουν στον χώρο: στα κτίρια, στις πλατείες, στα μονοπάτια της ζωής μας. Ήθελα να καταλάβω πώς ο πολιτισμός μπορεί να γίνει εργαλείο αστικής ανθεκτικότητας. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα.»

Η Θεώνη, από την άλλη, με σπουδές σε Business Management κι εργασία σε χρηματοοικονομικά, στρέφεται προς την Ιστορία της Τέχνης κι εργάζεται πλέον στον πολιτιστικό χώρο, εκεί όπου η ευαισθησία συναντά την οργάνωση.

«Με ενδιαφέρει πάντα ο τρόπος που ο πολιτισμός βρίσκει βιώσιμα οικονομικά μοντέλα. Πώς επιβιώνει, πώς στηρίζει κοινότητες, πώς διαμορφώνει ταυτότητες. Το limen με έφερε στη διασταύρωση όλων αυτών.»

 

Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα που σας οδήγησε στη δημιουργία του limen; Ποιες ανάγκες του αστικού τοπίου θεωρείτε ότι παραμένουν σήμερα ανεκπλήρωτες και το limen φιλοδοξεί να καλύψει;

Η ιδέα δεν γεννήθηκε σε γραφείο αλλά στο δρόμο, μέσα από επιστροφές, αποστάσεις και συγκρίσεις

Θ: «Ζώντας στην Αγγλία και ταξιδεύοντας συχνά στη Ελλάδα, βλέπαμε την Αθήνα με νέα μάτια. Κάθε κλειστό κτίριο ήταν σαν μια παύση μέσα στη φράση της πόλης. Μια παύση που επέμενε.»

Β: «Νομίζω πως αυτό που μας κινητοποίησε και τις δύο, ήταν η ανάγκη, ακριβώς επειδή ζούμε στο εξωτερικό, να δημιουργήσουμε μια γέφυρα με την πόλη όπου μεγαλώσαμε και αγαπήσαμε. Όσα χρόνια κι αν περάσεις αλλού, το σπίτι σου πάντα σε νοιάζει να το αλλάξεις, να το φροντίσεις. Και μέσα από τις κουβέντες μας, αναδύθηκε φυσικά το ζήτημα των κλειστών, εγκαταλειμμένων κτιρίων — σαν ένας άδειος καμβάς μέσα στην πόλη. Σε μια Αθήνα με μεγάλα, πιεστικά προβλήματα — στεγαστικό, κυκλοφοριακό, τα τραπεζοκαθίσματα — ίσως να μοιάζει δευτερεύον να μιλάς για πολιτισμό. Κι όμως, τέτοιες πρωτοβουλίες καλλιεργούν μια νοοτροπία ευθύνης προς την πόλη, ενεργητική και συμμετοχική.» 

 

Κάπως έτσι προέκυψε το limen: ένας μηχανισμός που εξερευνά πώς ο πολιτισμός μπορεί να ενεργοποιήσει το αδρανές κτηριακό απόθεμα. Να ανασύρει δυνατότητες από ό,τι μοιάζει ξεχασμένο.

Πώς ορίζετε το “limen” ως έννοια και γιατί το επιλέξατε ως όνομα για την πρωτοβουλία;

Θ: «Το limen, η λατινική ρίζα του liminal, σημαίνει κατώφλι — εκείνον τον λεπτό χώρο ανάμεσα στο πριν και το μετά. Μπορεί να είναι ένας χωρικός όρος, όπως ο διάδρομος ενός κτιρίου που ο αρχιτέκτονας σχεδιάζει χωρίς να ξέρει ακόμη πώς θα κατοικηθεί. Αλλά έχει και μια βαθιά προσωπική διάσταση: μιλά για τις μεταβάσεις που κουβαλούν προσδοκία, για εκείνες τις στιγμές που σε ωθούν προς κάτι καλύτερο, κάτι δημιουργικό. Αυτός ο όρος μάς γοήτευσε, γιατί συμπυκνώνει το μοντέλο που οραματιζόμαστε και το μέλλον που θέλουμε να χτίσουμε.»

Με ποιον τρόπο ο πολιτισμός μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός βιώσιμης ανάπτυξης για την ακίνητη περιουσία; Τι σημαίνει στην πράξη «ενεργοποίηση ενός αδρανούς κτιρίου»;  Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία επιλέγετε έναν χώρο για επαναχρησιμοποίηση μέσω πολιτιστικής δράσης;

Β: «Ίσως αξίζει να πούμε εδώ ότι το limen ξεκίνησε ως ένα εγχείρημα καταγραφής, αρχειοθέτησης καλών πρακτικών του εξωτερικού που ενεργοποιούσαν κλειστούς χώρους με πολιτιστικές δράσεις και πώς αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει στην Αθήνα. Με τη στήριξη του Δήμου Αθηναίων και της Bloomberg Philanthropies, μπορέσαμε να δρομολογήσουμε τις πρώτες μας δράσεις και είδαμε πως ο πολιτισμός μεταμορφώνει την αξία ενός ακινήτου. Τα ευρήματα φωτίζουν κάτι που ήδη διαισθανόμασταν: ο πολιτισμός δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο, είναι δύναμη: μειώνει το κόστος εγκατάλειψης, προστατεύει την ψυχική υγεία της κοινότητας, ενισχύει τις γειτονιές και δίνει ταυτότητα εκεί όπου υπήρχε απλώς σιωπή.» 

«Θέλουμε να είμαστε οι μεταφραστές ανάμεσα σε δύο κόσμους που συχνά μιλούν διαφορετικές γλώσσες: τον πολιτισμό και την διαχείριση ακινήτων» σημειώνει η Θεώνη.

Από τις καλές πρακτικές που έχετε συγκεντρώσει διεθνώς, ποιες θεωρείτε πιο εμπνευσμένες ή εφαρμόσιμες στην ελληνική πραγματικότητα; Σε ποιο βαθμό οι πόλεις που διατηρούν ενεργή πολιτιστική χρήση σε κενά κτίρια βλέπουν μετρήσιμα οφέλη; 

 

Β: «Τα οφέλη τέτοιων ενεργοποιήσεων είναι τριπλά. Πρώτον, για τον ιδιοκτήτη: ένα αδρανές κτίριο που ανοίγει στη ζωή παύει να είναι βάρος· το κόστος συντήρησης μειώνεται άμεσα. Δεύτερον, για τον άνθρωπο: ο πολιτισμός έχει αποδειχθεί θεραπευτικός. Στο NHS της Αγγλίας, επισκέψεις σε μουσεία και γκαλερί ή η αγορά βιβλίων και ποίησης “συνταγογραφούνται” για την ψυχική υγεία. Και τρίτον, για τη γειτονιά: ένα κλειστό κτίριο ρίχνει την αξία όσων το περιβάλλουν, ενώ η παρουσία πολιτισμού λειτουργεί αντίστροφα — ανεβάζει ολόκληρη την περιοχή, όπως συμβαίνει με ένα καλό σχολείο ή ένα πάρκο.»

Θ: «Στον πίνακα της έκθεσης, εκεί όπου ο καθένας σημείωνε τι σημαίνει για εκείνον η πόλη και ο πολιτισμός, εγώ έγραψα “αυθεντικότητα” και η Βασιλική “ανθεκτικότητα”. Κι όσο το συζητούσαμε, συνειδητοποιούσαμε πόσο ταιριάζουν αυτά τα δύο —ιδίως στην Ελλάδα, όπου οι νέες κατασκευές πολλαπλασιάζονται και η πρόκληση είναι πώς διατηρείς και τα δύο ζωντανά. Στο εξωτερικό, οι πιο πετυχημένες πρακτικές είναι όσες ενσωματώνουν τον πολιτισμό από το στάδιο του σχεδιασμού: όχι ως μεταγενέστερο στολίδι, αλλά ως οργανικό κομμάτι ενός έργου που χτίζεται επί χρόνια. Στο Wembley, για παράδειγμα, δημιούργησαν έναν προσωρινό πολιτιστικό χώρο στη διάρκεια της ανέγερσης κατοικιών· εκεί γεννήθηκαν θεατρικές δράσεις, συναντήσεις, μικρές κοινότητες. Τώρα που το κτίριο πρόκειται να κατεδαφιστεί, οι κάτοικοι αντιδρούν — γιατί αυτός ο χώρος έγινε ο ιστός που τους ένωσε όσο η γειτονιά τους άλλαζε.»

Η Αθήνα έχει τις δικές της δυσκολίες — κληρονομικά, πολυϊδιοκτησίες, γραφειοκρατία. Αλλά, όπως τονίζουν, έχει και κάτι μοναδικό: αμέτρητα κτίρια που βρίσκονται σε μετάβαση. Και η μετάβαση είναι πάντα ευκαιρία.

Με ποιον τρόπο ο πολιτισμός μπορεί να αλλάξει και να βελτιώσει μια πόλη, όχι μόνο ένα μεμονωμένο κτίριο; Πώς αντιλαμβάνεστε σήμερα τη σχέση πόλης–πολιτισμού, και πού πιστεύετε ότι υπάρχουν τα μεγαλύτερα κενά ή ευκαιρίες; Ποιοι τύποι αστικών υποδομών είναι πιο «πρόσφοροι» για πολιτιστική ενεργοποίηση;

 

Β: «Αν και συνεργαζόμαστε με ιδιώτες, το πραγματικό μας ενδιαφέρον στρέφεται σε φορείς με πολλά ακίνητα· εκεί μπορείς να δουλέψεις με κλίμακες και να αφήσεις ουσιαστικό αποτύπωμα. Οι developers και οι δημόσιοι οργανισμοί έχουν αυτή τη δυνατότητα, γι’ αυτό και τους προτεραιοποιούμε.»

Θ: «Ο πολιτισμός στη χώρα μας συχνά εμφανίζεται αποσπασματικά, σαν σποραδικές νησίδες. Κι όμως, μπορεί να ξεκινήσει από τις ίδιες τις γειτονιές και να τις αναζωογονήσει.»

Β: «Ξέρουμε όμως και τις σκιές. Μια πολιτιστική δράση, αν πέσει άγαρμπα στο πεδίο, μπορεί να επιβαρύνει μια κοινότητα αντί να την ενισχύσει. Γι’ αυτό προσεγγίζουμε κάθε γειτονιά με σεβασμό—χωρίς να επιβάλουμε τίποτα, αλλά αναζητώντας πραγματικό διάλογο.» 

 

Τι σας έδειξε η ανταπόκριση στην ψηφιακή κοινότητα που δημιουργήσατε; Πώς συνεργάζονται μεταξύ τους οι επαγγελματίες από τόσο διαφορετικά πεδία (αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες, curators, κατασκευαστές κ.ά.); Ποια είναι η μεγαλύτερη αξία που κερδίζουν τα μέλη από τη συμμετοχή στο δίκτυο;

Ένα από τα πιο ανέλπιστα δώρα του limen ήταν το κοινό του.

«Ξαφνικά βρεθήκαμε με εκατοντάδες ανθρώπους — αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες, ερευνητές, ταξιδιώτες της πόλης — που θέλουν να ονειρευτούν μαζί μας,» λέει η Θεώνη.
«Σαν να υπήρχε ήδη μια κοινότητα που απλώς έψαχνε λέξεις για να ονομάσει αυτό που ένιωθε.»

Χρονικά πότε ξεκίνησε η δράση του limen;

Θ: «Τον Φεβρουάριο του 2025 ξεκινήσαμε στο Instagram με τις πρακτικές και την χρηματοδότηση την πήραμε 4 μήνες μετά, τον Ιούνιο. 

Τι σας οδήγησε στην επιλογή της φωτογραφίας ως πρώτης μορφής παρέμβασης;  Πώς το ίδιο το κτίριο επηρέασε τη σύλληψη και διαμόρφωση της έκθεσης και αντίστροφα; Τι ελπίζετε να δει και να καταλάβει το κοινό μέσα από αυτή την πρώτη δράση; 

 

 Θ: «Συχνά βλέπουμε την πόλη μας σαν σκηνικό, σχεδόν κινηματογραφικά, αλλά ξεχνάμε να παρατηρήσουμε πώς ακριβώς μας κάνει να νιώθουμε. Η φωτογραφία μάς φάνηκε το πιο ειλικρινές μέσο για να αποτυπώσεις αυτές τις ματιές. Στην Πανεπιστημίου 59, μέσα σε ένα κτήριο του ’70 που αδειάζει τα σαββατοκύριακα, δεν ενεργοποιήσαμε μόνο έναν χώρο ξυπνήσαμε ολόκληρο το κτίριο. Από τους θυρωρούς μέχρι τους ανθρώπους των γύρω γραφείων, όλοι μοιράστηκαν τον ενθουσιασμό τους για την κίνηση και τη ζωντάνια που επέστρεψε. Έτσι δημιουργείται μια κοινότητα. Ο χώρος που φιλοξενεί την έκθεση λειτουργεί και ως Library Residency του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Greece in USA, όπου καλλιτέχνες από τις ΗΠΑ αντλούν έμπνευση από ένα βιβλίο και δημιουργούν νέα έργα. Δεν είναι μια κλασική γκαλερί· είναι ένας τόπος παραμονής, όχι απλώς επίσκεψης, παρότι το ίδιο το κτίριο δεν ‘καλεί’ στην τέχνη.» 

 

Β: «Η φωτογραφία είναι ένα δημοκρατικό μέσο· όλοι κρατάμε μια κάμερα στην τσέπη μας. Μπορεί να αποκαλύψει κάτι βαθιά οικείο ή κάτι τελείως ανοίκειο —αυτός ο διπλός της χαρακτήρας μοιάζει με τον ίδιο τον διχασμό της πόλης. Θέλαμε, λοιπόν, ο επισκέπτης να αντικρίσει μια εκδοχή του “τρίτου χώρου” που δεν είχε φανταστεί, να χαθεί στις διαφορετικές του διαστάσεις. Και τελικά, ο πιο αληθινός δείκτης επιτυχίας είναι όταν οι άνθρωποι των διπλανών γραφείων κοντοστέκονται από περιέργεια, όταν ο θυρωρός λέει πως είναι ευχάριστο να ακούει φωνές στη βραδινή βάρδια, όταν κάποιος ανεβαίνει με έναν καφέ ή μια ψαρόσουπα και ξαφνικά ολόκληρο το οικοσύστημα του κτιρίου ζωντανεύει.»

Κι όσο η συζήτηση ανοίγει, έρχεται αναπόφευκτα και το ζήτημα της προσβασιμότητας — όχι ως υποχρεωτικό παράρτημα, αλλά ως φυσική προέκταση της ίδιας της φιλοσοφίας τους για τον πολιτισμό και την πόλη. 

 

Θ: «Η πρόσβαση για άτομα με κινητικές και ακουστικές δυσκολίες είναι απρόσκοπτη. Και για τους τυφλούς επισκέπτες, στις ξεναγήσεις της Στοάς ΦΙΞ έχουμε δημιουργήσει ένα ηχητικό τοπίο: ήχους από τον ίδιο τον χώρο, ώστε η αρχιτεκτονική της στοάς να μετατραπεί σε αφήγηση που ακούγεται, όχι μόνο που βλέπεται.»

Β: «Άλλωστε, κάθε φωτογραφία στην έκθεση συνοδεύεται από ένα κείμενο —μια μικρή ιστορία πάνω στον ‘τρίτο χώρο’. Έτσι, η συμπερίληψη δεν περιορίζεται στην υλική πρόσβαση· είναι και τρόπος αφήγησης. Να μπορεί κάποιος να ‘δει’ μέσα από τον ήχο, να ‘νιώσει’ μέσα από τη λέξη, να μπει στην έκθεση από μονοπάτια που δεν περνούν πάντα από τα μάτια

Κι έτσι, η ιδέα της προσβασιμότητας παύει να είναι τεχνική λεπτομέρεια και μετατρέπεται σε συνέχεια της ίδιας της πόλης: ένα άνοιγμα προς κάθε πιθανό της κάτοικο.

Ποιες οι εντυπώσεις σας από τις φωτογραφίες που σας εμπιστεύτηκαν οι καλλιτέχνες και σχετικά με την προσέγγισή τους στο θέμα «ο τρίτος χώρος». Πως καταφέρατε να τους προσεγγίσετε; 

 

Θ: «Δημιουργήσαμε ένα open call τον Οκτώβρη, με 30 υποβολές από Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες. Επιλέξαμε 12 έργα που συναντούσαν τη διπλή διάσταση του Limen —αρχιτεκτονική και ψυχολογία— και το αποτέλεσμα ήταν σαν ένα δέντρο: ο ‘τρίτος χώρος’ στο κέντρο, και από εκεί κλαδιά που εκτείνονται σε διαφορετικές κατευθύνσεις.»

Β: «Η έκθεση έγινε περισσότερο από απλή παρουσίαση φωτογραφιών. Λειτούργησε ως proof of concept: καταλάβαμε πώς μπορούν να συνομιλήσουν οι καλλιτέχνες, οι ιδιοκτήτες ακινήτων και οι φορείς πολιτισμού. Συζητήσαμε κάθε λεπτομέρεια —τοποθέτηση, φωτισμό, ήχο— και έτσι αντιληφθήκαμε καλύτερα τις ανάγκες των δημιουργών μέσα στο αστικό πλαίσιο.»

 

Με ποιον τρόπο το Astylab συμβάλλει στην ανάπτυξη του limen; Τι αποκομίσατε από αυτή την συνάντηση όπως και από τις δράσεις με την ΕΑΡ Πλατεία, και την ξενάγηση στη Στοα Φιξ;

Θ: Στην Astylab, οι ιδέες κυκλοφορούν σαν ρεύμα: άνθρωποι που δουλεύουν για την αστική ανθεκτικότητα μοιράζονται projects και οραματίζονται μια πόλη που αλλάζει. Εκεί παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το Limen, φέρνοντας την έκθεση σε κοινό που ίσως δεν την είχε ποτέ στο ραντάρ του.

Β: Το Σάββατο 29 Νοεμβρίου, η «ΕΑΡ ΠΛΑΤΕΙΑ» ένωσε νέους δημιουργούς και κοινό με τους Βασίλη Καραμιτσάνη (Animasyros) και Βαγγέλης Αθανασόπουλος (ΑΣΚΤ), ανοίγοντας διάλογο για τη σύγχρονη τέχνη και τους θεσμούς που τη στηρίζουν. 

 

Θ: Και την Κυριακή 30 Νοεμβρίου, η Στοά Φιξ μεταμορφώθηκε σε έναν «τρίτο χώρο»: περιήγηση μαζί με τις Ναυσικά και Άννα όπως και ηχητική εγκατάσταση που συνδέουν το παρελθόν, το παρόν και τις ιστορίες των ανθρώπων του κτιρίου, δημιουργώντας έναν ζωντανό, πολυεπίπεδο καμβά της πόλης.

Πώς φαντάζεστε το limen σε 3–5 χρόνια από σήμερα;

Β: «Αρχικά να πω ότι αυτό που κάναμε αυτή την εβδομάδα εδώ μας άρεσε πολύ και λειτούργησε πολύ καλά. Οραματιζόμαστε συνεργασίες με φορείς που μπορούν να αλλάξουν ολόκληρες γειτονιές. Το επόμενο χρονικό διάστημα θα το αφιερώσουμε στο να βρούμε συνομιλητές από ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, ευήκοα ώτα δηλαδή, γιατί πιστεύουμε ότι είναι πολλοί παραπάνω από αυτούς που νομίζουμε και να δούμε τα επόμενα βήματα.»  

Ποιος είναι ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος που επιδιώκετε να αφήσει στην ελληνική πόλη και στον πολιτισμό;

Θ: «Να δούμε έναν πιο συστηματικό τρόπο να συνεργάζεται ο ιδιωτικός τομέας με τον πολιτισμό. Είναι ένα μοντέλο που πιστεύουμε ότι θα λειτουργήσει.»

 

Β: «Η Αθήνα είναι μια πόλη που αγαπάμε πολύ να μισούμε κι αν διοχετεύαμε όλη αυτή την ενέργεια, αυτό το πάθος και τον ενθουσιασμό σε κάτι δημιουργικό και παραγωγικό μπορούμε να δούμε με πολύ μικρό κόστος ατομικό να δούμε μεγάλη επιστροφή σε συλλογικό επίπεδο.»

Ποια είναι η επόμενη δράση; Υπάρχει κάτι στα σκαριά;

Θ: «Το limen ήδη κοιτάζει πέρα από την Αθήνα, σε ολόκληρη την Ελλάδα — σε ξενοδοχεία που σιωπούν, σε χωριά που περιμένουν, σε πόλεις που αναζητούν ξανά τον ρυθμό τους.»

Θα συνεχίσετε με τον χώρο της φωτογραφίας;

Β: «Μας ενδιαφέρει να πειραματιστούμε και σε άλλα φορμάτ αλλά σίγουρα θα επανέλθουμε και στην φωτογραφία που μας αρέσει πολύ.»

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που διακρίνετε στην πορεία προς τις επόμενες δράσεις;

Θ: «Η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι τα περιουσιακά ούτε να ενεργοποιήσουμε κάθε κλειστό κτήριο της πόλης. Το ζητούμενο είναι να αντιπαλέψουμε τη μίζερη προσέγγιση με θετική ενέργεια και δημιουργία.
Κι εδώ αξίζει ένα μεγάλο shout out στους φωτογράφους που μας εμπιστεύτηκαν στην πρώτη δράση – η συμμετοχή τους έφερε πίστη και ζωντάνια σε κάτι καινούργιο.» 

 

Εμπνευσμένη από το βιβλίο της Annick Cojean “je ne serais pas arrivée là si » θα ήθελα να συμπληρώσετε την ακόλουθη πρόταση: «Δεν θα είχα φτάσει ως εδώ εάν…»

Β: «Δεν θα έφτανα εδώ αν δεν είχα ανθρώπους που μοιράστηκαν ειλικρινά τις δυσκολίες και τα λάθη τους και που μου έμαθαν ότι η πορεία δεν είναι ποτέ γραμμική. Κι αυτό είναι απελευθερωτικό.»
Θ: «Η ιδέα για το Limen ξεκίνησε μια μέρα στο αεροδρόμιο από Λονδίνο για Αθήνα, σε μια προσωπική κρίση, όταν απάντησα στην ερώτηση της Βασιλικής: «Τι θέλεις να κάνουμε;» — «Να ενεργοποιήσουμε τις αποθήκες του Πειραιά και να κάνουμε μια έκθεση» Δεν θα βρισκόμουν λοιπόν εδώ αν δεν είχα περάσει μια περίοδο που με έβαλε να ξανασκεφτώ τα πάντα. Τότε μοιράστηκα τις πιο «φορτισμένες» ιδέες μου με τη Βασιλική, κι εκείνη μοιράστηκε τις δικές της μαζί μου, και κάπως όλα έβγαλαν νόημα. Ήταν σαν να ανοίξαμε μαζί μια πόρτα που περίμενε καιρό.» 

 

Αν ήσασταν ένα από αυτά τα έργα που φιλοξενήσατε στο χώρο σας, ποιο θα ήσασταν;

Β: «Εγώ θα επιλέξω το μεγάλο κίτρινο πουφ που είχαμε τοποθετήσει στο κέντρο του χώρου μας από το οποίο μπορούσες να δεις σχεδόν όλα τα έργα της έκθεσης. Γιατί εμένα μου αρέσει πολύ αυτή η θέση στην πόλη απ’ όπου μπορείς να δεις μικρές τάσεις, μικρές κινήσεις, να παρατηρείς και να βγάζεις τα δικά σου συμπεράσματα.»

 

Θ: «Θα ήμουν το έργο του Άρη Ασκόπουλου με την πόρτα — σύμβολο επιλογών και ελεύθερης βούλησης, όπως λέει κι η Jane Goodall.

Αλλά θα ήμουν και τα δικά σου έργα: το «ενδιάμεσο» που γεννιέται ανάμεσα σε δύο φωτογραφίες, στα χέρια της ηλικιωμένης κυρίας, στις ιστορίες και τις κουβέντες που μου διηγούνταν η μητέρα μου σχετικά με τους γονείς της πριν φύγουν από τη ζωή και που περνούν από γενιά σε γενιά. Εκεί βρίσκεται η διαύγεια, η νοσταλγία, η σοφία — το ενδιάμεσο που μας συνδέει με τη ζωή.» 

 

 

Ποιο μήνυμα θα θέλατε να αφήσετε στους αναγνώστες του deBop;

Β: «Γίνονται πολλά πράγματα στην πόλη μας. Πάρα πολλές νέες ιδέες και συνεργασίες ξεκινάνε, πολλή δημιουργικότητα, πολλοί άνθρωποι κάνουν υπέροχα πράγματα και υπάρχει μια γωνιά στην πόλη για τον καθένα μας αρκεί να την δούμε, και να τις δώσουμε τον χώρο που της αξίζει. Κάθε φορά που νιώθουμε ότι η πόλη μας απογοητεύει, αξίζει να κοιτάξουμε λίγο καλύτερα!» 

 

Θ: «Ας θυμηθούμε τι σημαίνει - ναι, θα το πω - η κλισέ λέξη “κοινότητα”: ανοιχτότητα, συζήτηση, σύνδεση.
Με το limen είδαμε στην πράξη ότι αρκεί ένας χώρος που ανοίγει - ακόμη και για λίγο, ακόμη κι αν βρίσκεται σε ένα κτίριο που λειτουργεί αυστηρά 9–5 - για να αρχίσει να διαμορφώνεται κάτι ζωντανό. Άνθρωποι που δεν γνωρίζονταν συναντιούνται, ανταλλάσσουν σκέψεις, μοιράζονται προβληματισμούς. 

 

 

Αυτή η εμπειρία μάς υπενθύμισε πόσο σημαντικοί είναι οι χώροι που καλλιεργούν το “ανάμεσα”: το μεταξύ μας.

Και ίσως αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να μοιραστούμε:
Ας κρατήσουμε ζωντανή την προσοχή μας στο “ενδιάμεσο”, εκεί όπου η πόλη γίνεται πιο ανθρώπινη. Ο τρίτος χώρος δεν βρίσκεται κάπου μακριά, τον δημιουργούμε κάθε φορά που συναντιόμαστε.»

 

Οι δώδεκα καλλιτέχνες της έκθεσης: Αλέξανδρος Γκούμας, Άρης Ασκόπουλος, Ελευθερία Αμολοχίτη, Ελπίδα Σπύρου, Elya Pelleier, Γιώργος Παρέλλης, Κατερίνα Γιαννοπούλου, Μαρία Μιχαλινού, Liliana Drekaj, Μαριλή Ζάρκου, Olivia Cowley και Simon Pera

 

Ενδιάμεσοι χώροι, άπειρες ιστορίες· εκεί όπου η πόλη παίρνει ανάσα και η σιωπή μαθαίνει να μιλά. Η Βασιλική και η Θεώνη κινούνται με άνεση μέσα στις αντιθέσεις: το κλειστό γίνεται ενεργό, το αδρανές μεταμορφώνεται σε υπόσχεση που τηρούν με πράξη και επιμονή. Η σκέψη τους είναι βαθιά, οι γνώσεις τους ουσιαστικές, και η αποφασιστικότητά τους να υλοποιήσουν το Limen απολύτως μεταδοτική. Η συζήτηση μαζί τους ήταν απολαυστική και διαφωτιστική, μα πάνω απ’ όλα ελπιδοφόρα. Νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη που συνάντησα αυτές τις ψυχές — ανθρώπους που, με καθαρή ματιά και γενναιότητα, θυμίζουν πως υπάρχει ακόμη χώρος για όραμα, συνεργασία και φως στον κόσμο μας.

 

"Τα πράγματα είναι πάντα μεταβατικά, αρκεί να το συνειδητοποιήσουμε. Η ενδιάμεση κατάσταση είναι μια ιδανική συνθήκη." ~Pema Chodron ~

Κείμενο - Φωτογραφίες: Μαρία Μιχαλινού

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.