Η Ματίνα Περγιουδάκη σε μια συνέντευξη για την «Τούνδρα»
2024-01-30«Τούνδρα»
ένας αγώνας επιδόσεων.
Ένα παιχνίδι ενοχών με μπόλικο μαύρο χιούμορ που σου παίρνει το σπίτι...
Ένα εγκαταλειμμένο γραφείο στον τελευταίο όροφο ενός ουρανοξύστη που ανήκει σε μεγάλη κτηματομεσιτική εταιρεία, είναι το σκηνικό που εκτυλίσσεται η υπόθεση του έργου, με πρωταγωνιστές τρεις υπαλλήλους της εταιρείας και τον εργοδότη τους τον Μπομπ. Τα τρία πρόσωπα και ο Μπομπ, σε μια αποκαλυπτική παρουσία/απουσία ανάμεσά τους, περνούν την τελευταία τους νύχτα στο εγκαταλειμμένο πλέον δωμάτιο σε έναν τόπο και χρόνο ακαθόριστο μα ταυτόχρονα οικείο, περιμένοντας την επόμενη μέρα.
Μετά το πέρας της οκταετούς παρουσίας και σαρωτικής εκμετάλλευσης του μέρους που βρίσκονται, είναι η στιγμή του απολογισμού, της υπενθύμισης των σκοπών και στόχων της εργασίας τους και της βύθισης μέσα σε ένα αμοραλιστικό παιχνίδι επιδόσεων και επιβίωσης, λίγο πριν η εταιρεία μετακομίσει στον επόμενο τόπο, για να οργώσει "τη νέα γη της επαγγελίας" .
Μέσα από το βλέμμα του αφεντικού τους, το όνειρο μπλέκεται με την πραγματικότητα και η αλήθεια με την ψευδαίσθηση σε μια παράσταση/σχόλιο για την meta εποχή των συνθηκών διαβίωσης, διαμονής και επιβίωσης.
Η ομάδα Νοσταλγία παρουσιάζει από τις 18 Δεκεμβρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Rabbithole, την νέα της παραγωγή με τίτλο «Τούνδρα» σε πρωτότυπο κείμενο του Γιώργου Σίμωνα και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβάρα.
Η ηθοποιός Ματίνα Περγιουδάκη μας μιλάει για την Τούνδρα.
Πώς αντιμετωπίσατε την πρόκληση του ρόλου σας στην παράσταση «Τούνδρα» και ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για εσάς;
Πρόκληση πάντα είναι η συνύπαρξη. Στο έργο «Τούνδρα» και οι τρεις ρόλοι (η Ρίτα, ο Ρήγας και η Ρόζα ), σπάνια ακούν ο ένας τον άλλον, καπακώνουν κυρίως ο ένας την ύπαρξη του άλλου, ενώ η φύση του έργου του ηθοποιού είναι να είμαστε ανοιχτοί στην ύπαρξη, στη φωνή και στην οντότητα του άλλου. Μέσα απο τον άλλον, υπάρχουμε πιο ουσιαστικά. Έτσι κι αλλιως. Από την άλλη στο έργο, τα πρόσωπα το αντιστρέφουν αυτό. Συν του ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο, διαφαίνεται ότι θα μπορούσε ο ένας, να είναι ο άλλος ή μέσα σε αυτό τον αγώνα επιδόσεων που τρέχουν, παύει να έχει σημασία ποιος είναι ποιος. Επίσης υπάρχει ο Bob, το αφεντικό το οποίο βρισκεται στο σκηνικό χώρο και ίσως ζει, ίσως δε ζει πια. Το έργο έχει συμβολισμούς που από γραφής εχουν ένα πολύ ιδιαίτερο χιούμορ. Τα πρόσωπα μιλουν για πράγματα ασήμαντα με σημαντικό τρόπο και για σημαντικά με ασήμαντο. Αυτό έχει μια ενδιαφέρουσα πρόκληση στην ισορροπία που χρειάστηκε να δημιουργήσω μεταξύ ελαφρότητας και βαρύτητας, κανονικότητας και παραδοξότητας. Παίζω με όρια καρικατούρας, υπερβολής και ρεαλισμού συνειδητά. Επίσης στην πιο ρεαλιστική μου αντιμετώπιση του ρόλου, πρόκληση ηταν και είναι ακόμη για μένα, ότι η Ρίτα είναι ένα πρόσωπο που βρίσκεται σε μια οριακή κατάσταση ανάμεσα σε αυτο που θέλει, σε αυτό που επιδιώκει και στο παρελθόν της, τα όνειρά της δηλαδή και την αθωότητά της, που εξαφανίζεται αν δεν έχει ήδη εξαφανισθεί εντελώς απο την αλαζονεία των υπερστόχων και της προσωπικής της ανέλιξης.
Με ποιον τρόπο θα περιγράφετε το χαρακτήρα που υποδύεστε στην παράσταση και ποιες είναι οι βασικές του επιθυμίες και συγκρούσεις;
Η Ρίτα είναι μια υπάλληλος σε μια κτηματομεσιτική εταιρεία περίπου 38 ετών που κοπιάζει για να αναγνωριστεί και να ανέλθει. Σκαρφίζεται κόλπα άγρια για να συμβάλει στην επεκτατική πολιτική της εταιρείας της, γίνεται αδίστακτη. Χτυπάει στο κεφάλι τον Bob το αφεντικό της,που μπορεί και να μην τον σκότωσε, ίσως κοιμάται. Δεν θυμάται βέβαια το λόγο. Η μνήμη της είναι ανεπαρκής.
Θέλει να ανέβει επίπεδο. Την ίδια στιγμή στην ερώτηση «Θες να ανέβεις επίπεδο;», απαντά «Επίπεδο πού;». Παίρνω παράδειγμα αυτή την ερωταπάντηση. Επίπεδο πού; Mπορεί να σημαίνει οικονομικό, μπορει κοινωνικό, μπορεί πνευματικό. Το ότι απαντά με ερώτηση, φανερώνει για μένα, ένα ανοικτό παράθυρο για αυτον τον χαρακτήρα, ακόμη και το παραθυρο του ποιητικού στοιχείου σε ένα τόσο κυνικό έργο με τόσο «επιθετικούς χαρακτήρες». Ο χαρακτήρας αυτός λοιπόν, συγκρούεται με την επιθυμία του να ανέλθει και να συνεχίσει να ανέρχεται και να μετακομίσει για περισσότερες κατακτήσεις, και την επιθυμία του να παραμείνει στο ίδιο μέρος και να διατηρήσει αυτά που έχει. Υπάρχει ταβάνι στη φιλοδοξία;
Αυτή η σύγκρουση έχει για μένα να κάνει με το ερώτημα τι άλλο πρέπει να κάνω για να βρεθώ εκεί που θέλω; Και πώς τελικά, κάνοντας διαρκώς ό,τι χρειαστεί για να πετύχω στόχους, με νευρωτική εμμονή, χάνω τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά μου, διαβρώνοντάς με την ίδια.
Πώς συνεργαστήκατε με τους υπόλοιπους ηθοποιούς, καθώς και με τον σκηνοθέτη για τη δημιουργία της παράστασης;
Το κείμενο μας ένωσε, μας προβλημάτισε και μας έκανε να εμβαθύνουμε με παιχνιδιάρικο τρόπο και με διαφωνίες φυσικά. Το έργο, καινούργιο και πρωτότυπο, με χιούμορ και μυστηριώδη ατμόσφαιρα, μας γέμισε ερωτηματικά. Τα ερωτηματικά και οι απορίες ειναι ένα τεράστιο πεδίο συνάντησης. Νομίζω πάιξαμε ωραία σε αυτο το πεδίο.
Το ζήτημα μιας επείγουσας κατάστασης και ο πυρετώδης ρυθμός αλλά και το στοιχείο της ψευδαίσθησης του ονείρου, ήταν υλικά που μας άνοιξαν χώρο για τη δημιουργία της παράστασής μας. Έπειτα όλοι μαζί υπήρξαμε ανοιχτοι στις προτάσεις ο ένας του άλλου και εμπιστευθήκαμε τα υλικά αυτά.
Ποια είναι η σημασία του μαύρου χιούμορ στην παράσταση Τούνδρα και πώς επηρεάζει την ατμόσφαιρα της παράστασης;
Το χιούμορ το μαύρο όπως λέτε, είναι βασικό στοιχείο . Σαν το πιπέρι. Το πιπέρι δεν είναι για όλα τα γούστα. Ακόμη όμως και σε αυτον που δεν αρέσει , και αντίστοιξη χρωματική δίνει , και γεύση. Το χιούμορ το συγκεκριμένο αυτου του έργου ,είναι και η διάνοια της παράστασης και η ατμόσφαιρα .Η ατμόσφαιρα του έργου συνολικά είναι χιουμοριστικά επιθετική και μεταιχμιακή και ονειρική.
Πώς η παράσταση αντικατοπτρίζει την εποχή των συνθηκών διαβίωσης, διαμονής και επιβίωσης;
Δεν τα αντικατοπτρίζει. Οι συνθήκες που βλέπουμε στο έργο δεν είναι οι συνθήκες του πως διαβιώνουν, διαμένουν και επιβιώνουν οι άνθρωποι σήμερα. Υπάρχουν δύο σκηνές που αφηγούνται οι υπάλληλοί μας για τα πρωτόκολλα διαμονής.Θα δώσω περιγραφικά το ένα. Μιλάει για το μεγάλο Μανιτάρι που δύο φοιτήτριες μαζεύουν το ποσό για να μείνουν σε ένα τέτοιο σπίτι για ένα βράδυ, απλώς για να δουν πώς είναι. Είναι μια σκηνή που ο Ρήγας , επίσης υπάλληλος της εταιρείας αναφέρει καταμετρικά τις απαγορεύσεις για τη διαμονή. Αυτή η αναφορά στη συνθήκη διαμονής στο Μεγάλο Μανιτάρι είναι το όχημα για να μιλήσουμε για την άλλη μεριά. Όχι για αυτους που νοικιάζουν ή πληρώνουν για να διαμείνουν. Αλλά για αυτούς που πρέπει να τους χρωστάμε.
Είναι η συνθήκη τριών υπαλλήλων το τελευταίο βράδυ πριν μετακομίσει η εταιρεία και σαρώσει το νέο τόπο που θα εγκατασταθεί. Αν από το αποτέλεσμα του αφηγήματος του τι «κατάφερε» η εταιρεία και πως αντιμετωπίζονται οι πελάτες της, θέλουμε να μιλήσουμε για αυτές τις συνθήκες, τότε μπορώ να πω ότι μάλλον σαν έναν σκοτεινό οιωνό τις αντικατοπτρίζει. Τι δηλαδή χρειάζεται να αποφευχθεί. Πόση επεκτατικότητα, πόση αδηφαγία να αντέξει ο τόπος;
Ποιος είναι ο ρόλος της ηθοποιού σε μια παράσταση που αναφέρεται σε ένα αμοραλιστικό παιχνίδι επιδόσεων και επιβίωσης;
Παιχνίδι επιδόσεων είναι, ναι. Επιβίωσης, δεν είμαι σίγουρη. Αν μιλήσω ξανά για το τι κάνει για να επιβιώσει ένας υπάλληλος μιας κτηματομεσιτικής που επεκτείνεται χωρίς ανθρωπιά, θα πω ότι ο ρόλος μου ως ηθοποιός απέναντι στην παράσταση είναι να βλέπω αυτά τα αδηφάγα πλάσματα, αστεία και τραγικά μαζί, ως μοχλούς ενός συστήματος. Υπάρχει μια κατανόηση και μια συμπάθεια στα πρόσωπα αυτά, που νομίζω αν ημουν θεατής, σίγουρα θα με θύμωναν, αλλά και θα με έκαναν να πω πόσο αστείοι άνθρωποι είναι.
Υπάρχει μια σκηνή που βλέπουμε τη ρωγμή του Ρήγα, ο οποίος είναι ο πιο φαινομενικά ήπιος υπάλληλος. Μετά το ξέσπασμά του για ένα πελάτη του, που είναι ένας καθηγητής και ζει ζωή χαρισάμενη, μια όμορφη ζωή θα λέγαμε έξω απο τον κόσμο των υπαλλήλων μας, οι δύο γυναίκες σχολιάζουν αυτός είναι ο κόσμος μας, αλλά θα μπορουσε να είναι και χειρότερα. Έτσι το βλέπω αυτό το παιχνίδι και προσωπικά απεύχομαι ζωές σαν των τριών προσώπων του έργου. Το αμοραλιστικό στοιχείο που φέρουν τα πρόσωπα του έργου, μου ενδυναμώνει την ευχή ας είμαστε πιο ρομαντικοί.
Η μουσική του Έκτορα Τσολάκη και το σκηνικό της Τώνιας Ράλλη πώς συμβάλλουν στην ατμόσφαιρα της παράστασης;
Η μουσική του Έκτορα Τσολάκη και το sound design του, δημιούργησαν και φρόντισαν να δωσουν την ονειρική ατμόσφαιρα ενός κωμικού θρίλερ. Προσωπικά θεωρώ ότι βάζουν το θεατή στον κόσμο του έργου αλλά και τον βγάζουν σχολιάζοντας σε σημεία την αφήγηση. Ευφυής, εύστοχος ο κοσμός του, θεωρώ οτι έδεσε υπέροχα και έγινε ένα με το έργο μας.
Το σκηνικό της Τώνιας Ράλλη, που μαζί με τον σκηνοθέτη θέλησαν να δημιουργήσουν την αίσθηση ενός γραφείου που βρίσκεται το ταβάνι στο πάτωμα και το αντίθετο, είναι ένας χώρος ανάποδος. Στα μάτια μου ο χώρος που φτιάχτηκε από την Τώνια είναι σαν ένα κουτί αναμονής, τσαλακωμένο, πλαστικοποιημένο και μέσα σε αυτό βλέπεις ένα κουνημένο κλειστό, άναρχο, εγκαταλειμμένο παιχνιδότοπο, όπου φύεται ελάχιστα πράσινη ζωή.
Ποιες ήταν οι σημαντικότερες εμπειρίες που αποκομίσατε από τη συμμετοχή σας στην παραγωγή Τούνδρα;
Αποκομίζω ακόμη, μιας και παίζουμε ακόμη. Οι σχέσεις που δημιουργούνται είναι η εμπειρία, η συνεργασία είναι η εμπειρία. Αυτό μένει και αυτό γράφει μέσα μας. Και η μεταφορά στον κόσμο του έργου που με τις παραστάσεις όλο και βαθαίνει και ωριμάζουμε μαζί του.
Πώς αντιλαμβάνεστε τη σχέση των χαρακτήρων με τον κόσμο γύρω τους, καθώς περνούν την τελευταία τους νύχτα σε ένα εγκαταλειμμένο γραφείο; Τι περιλαμβάνει αυτή η τελευταία νύχτα;
Η σχέση των χαρακτήρων με τον κόσμο γύρω τους δεν νομίζω οτι υπάρχει. Δεν υπάρχει τέτοιου είδους επαφή. Η επαφή είναι τζιζ. Ο κόσμος γύρω τους είναι ο Bob, το αφεντικό τους. Και ο υπόλοιπος κόσμος είναι ο κόσμος που θα κατακτήσουν. Ο κόσμος, είναι τα άτομα που πέρασαν απο την εταιρεία, είναι τα άτομα τα οποία πρέπει να έχουν πρόβλημα, τα άτομα που πρέπει να τους χρωστάνε. Κόσμος είναι και η φύση. Έ, αυτή είναι η απόλυτη σχέση εκμετάλλευσης και καταπάτησης και εξολόθρευσης. Δεν θα υπάρχει τίποτα άλλο, λέει η Ρίτα. Ή μια μέλισσα, για αυτούς τους χαρακτήρες, είναι η μορφή του κακού.
Πώς η παράσταση ανταποκρίνεται στην σύγχρονη κοινωνία και ποιο μήνυμα θέλει να μεταφέρει στο κοινό;
Νομίζω σήματα στέλνουμε πάντα με τις παραστάσεις .Το μήνυμα που λαμβάνεται είναι του αποδέκτη. Στη δραματουργία του έργου καταλήξαμε με επικεφαλής την συνάδελφο Αναστασία Στυλιανίδη στο «Save capitalism from capitalists» και στο «Save man from his Self». O Σίμωνας που έγραψε το έργο, στις σημειώσεις της τελευταιας πράξης έγραφε οτι η Ρόζα, η γραμματέας του αφεντικού, άρα και το πιο κοντινό του πρόσωπο ακούει ένα κομματι για να κοιμηθεί τα βράδια, της Skeeter Davis που λέγεται «It ‘s the end of the world».
Τo τραγούδι λέει it’s the end of the world, cause you don’t love me anymore. Νομίζω το you, το μετατρέπουμε σε we. Άρα, it’s the end of the world, cause we don’t love us…
Όλες οι πληροφορίες για την παράσταση βρίσκονται εδώ.