Είδαμε: "Cleansed" της Σ. Κέιν, σε σκηνοθεσία Δ. Καραντζά // Επιμελημένη σπουδή και παραπάνω ακόμα

Είδαμε: "Cleansed" της Σ. Κέιν, σε σκηνοθεσία Δ. Καραντζά // Επιμελημένη σπουδή και παραπάνω ακόμα

Το Cleansed (Καθαροί πια η ελληνική απόδοση από την Τζένη Μαστοράκη) είναι το τρίτο από τα μόλις πέντε έργα της Αγγλίδας δραματουργού Σάρα Κέιν. Η πρεμιέρα του το 1998 στο Royal Court του Λονδίνου έστρεψε μονομιάς τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του λόγω του τολμηρού του περιεχομένου. Κύρια εκπρόσωπος του In-Yer-Face Theatre ("θέατρο που σε χτυπά απευθείας στο πρόσωπο") η Βρετανίδα συγγραφέας δημιουργεί μια σκληρή, εσωτερικά ποιητική ιστορία, που διαπραγματεύεται το θέμα των ορίων του έρωτα, της απώλειας, της αντοχής.

 

Στο Πανεπιστήμιο που διευθύνεται από τον γιατρό Τίνκερ έξι πρόσωπα αναζητούν τη δική τους πυγμή, την ταυτότητα τους, αδιαφορώντας για όσα "παραδοσιακά" επιβάλλει ο περίγυρος. Έτσι, λοιπόν, ο Γκράχαμ γυρεύει τον θάνατο, η Γκρέις θέλει να γίνει ο αδελφός της που ψάχνει, ο Ροντ επιδιώκει την ανεξαρτησία, ο Καρλ αξιώνει την απόλυτη αφοσίωση, ο Ρόμπιν προσπαθεί να σταματήσει την ξένη φωνή που εισβάλλει στο κεφάλι του, η Γυναίκα αναζητά τον σωτήρα της. Κοινός παρονομαστής όλων η αγάπη, στις ποικίλες εκφάνσεις της, εντός ενός συνόλου που ακρωτηριάζει ό,τι μη συμβατό, καθετί μη συμβατικό. Ο Τίνκερ θα υποβάλει όλους, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού του, σε επίπονες δοκιμασίες, για να τους τιμωρήσει ή ίσως και να τους λυτρώσει. Ένας “αγώνας” ξεκινά:  η αγάπη ανταγωνίζεται τη σκληρή -ως σαδιστική- βία, οι ήρωες αγωνίζονται να συνδεθούν με όποιο αντίτιμο μεταξύ τους, η φρίκη παραμονεύει δοκιμάζοντας τα όρια -και τον έρωτα μαζί- και φαινομενικά υπερτερεί. Ατελέσφοροι, βασανιστικοί έρωτες, σεξουαλικές επιθυμίες, ψυχολογικά τραύματα, θάνατος ως τιμωρία και γαλήνη μαζί. Το έργο, λειτουργώντας ως επιστέγασμα του νατουραλισμού, παρουσιάζει διαδοχικές ακρότητες, έτσι όπως πηγάζουν από μια κοινωνία που καταστέλλει και εξουδετερώνει την αγάπη, τη θέληση, από περιβάλλοντα στα οποία κάθε προσπάθεια ερωτικής έκφρασης ή οικειότητας, γνωρίζοντας μικρά ή μεγάλα εμπόδια, καταλήγει στην αποτυχία. Σε όλα της τα κείμενα η δημιουργός διακατέχεται από συναισθηματική αγωνία, επιρροή κατά μια πλευρά από το εξπρεσιονιστικό θέατρο, πολύ περισσότερο αποτέλεσμα της ταραγμένης της ιδιοσυγκρασίας, που την οδήγησε στην κατάθλιψη και εν τέλει σε ηλικία 28 ετών στην αυτοκτονία.

 

Το Καθαροί πια, ελάχιστα χρόνια μετά το Λονδίνο, ανέβηκε για πρώτη φορά και στην Ελλάδα (2001), σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή, μια παράσταση ανεξίτηλη στο πάνθεον της σύγχρονης εγχώριας θεατρικής σκηνής, που είχε διχάσει κοινό και κριτική, κυρίως λόγω του γυμνού και της θεματολογίας. Ωστόσο, αντικρίζοντας κάθε δημιουργό ως δρώντα στην εποχή του και στις συνθήκες της -για παράδειγμα σήμερα δεν θεωρείται πια πρωτοποριακή μια παράσταση που περιέχει γυμνό ή διεισδύει στα ακραία μύχια της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης- δεν θα σκεφτούμε έχοντας κατά νου μια συγκριτική -αντι-παράθεση με την προγενέστερη-σημείο αναφοράς δουλειά. Θα δούμε τι καινούργιο έχει να προτείνει ο Δημήτρης Καραντζάς σε ένα έργο που θεωρείται από τα πιο σημαντικά της διεθνούς δραματουργίας. Και είναι αλήθεια ότι, για μια ακόμα φορά, μας περίμενε ένας προσωπικός χειρισμός της βάσης, μια πρόταση με σαφή τη σφραγίδα του, πλούσια σε -νέες- ιδέες, που με τη σειρά τους οδηγούν σε μια καινούργια οπτική  του εξωτερικά σκληρού, άρρωστου κόσμου της Κέιν, ή έστω σε διαδικασία επανεξέτασής του.

 

Σε μια μεγάλη, αρχικά άδεια, σκηνή, αρχίζουν και ξετυλίγονται στιγμιότυπα: επιζητούμενες αγάπες και ανολοκλήρωτοι έρωτες. Η απουσία του σκηνικού, λοιπόν, ιδιαίτερου και επιβλητικού συστατικού κάθε παράστασης του Καραντζά, να η πρώτη οφθαλμοφανής ανατροπή, μπορεί να αναλογιστεί κανείς. Αφαιρετική πλάνων η έναρξη και εστίαση στους ήρωες, στα σώματα, στα θέλω τους, στις μάχες τους, στο κείμενο. Τα φοβερά και τρομερά που αναδύονται από τον κόσμο της Κέιν έτσι απρόσκοπτα βγαίνουν και εδώ. Αχνοφέγγει, όμως, μια αύρα ποιητική και συνάμα ανθρωποκεντρική. Τα μάτια μας στέκονται περισσότερο στις δυνατές εικόνες της αγάπης, παρά στα λόγια που ηχούν για τα αδιέξοδα του έρωτα. Και εκείνος (Τίνκερ) που παρατηρεί τα πάντα από ψηλά, ποιος να ναι άραγε, ένας παντοδύναμος θεός, ο τιμωρός, ή μήπως ο σωτήρας;

 

Και φτάνουμε στη μέση περίπου για να γίνει η υπόκρυφη μέχρι στιγμής ευαισθησία μια καθαρή ποιητική εικόνα: το ξερό έδαφος ανοίγει και ένας νέος τόπος αποκαλύπτεται, ένας κήπος ολάνθιστος και φωτεινός, μια γη επαγγελίας, ελπίδας ξεφυτρώνει από το πουθενά, καταλαμβάνοντας μερίδιο από τον μέχρι στιγμής ενιαίο, μοναδικό κόσμο του μαρτυρίου. Εκεί θα διαδραματιστούν στο εξής τα αγνά στιγμιότυπα αγάπης, εκεί στον τόπο του παραδείσου θα (ξαν)ανθίσει ο έρωτας. Σε αυτόν τον κήπο -σε μια εικόνα που παραπέμπει στους πρωτόπλαστους-, ακόμα και αυτός ο φοβερός και τρομερός Τίνκερ, στο τέλος, έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή του, απογυμνωμένος από εργαλεία, ρούχα, δαιμόνια, θα βρει τη γαλήνη, τη δύναμη να αγαπήσει και ο ίδιος. Από τη μια πλευρά η κόλαση, η χωμάτινη, ξερή έκταση, ο τόπος του μαρτυρίου με τα διαμελισμένα σώματα, από την άλλη, ο παράδεισος, η ολάνθιστη γη, με τα σφιχταγκαλιασμένα σώματα, που ποθούν την ένωση. Η διάβαση από το ένα σκηνικό στο άλλο, από το σκοτάδι στο φως, από το τέλος στη νέα αρχή, από τον θάνατο στην ζωή, αποτελεί μια έξοχη εικονοκλαστική εξέλιξη ποιητικής ευδαιμονίας. Σε καλές στιγμές όλοι οι ερμηνευτές (Χρήστος Λούλης, Μαίρη Μηνά, Δημήτρης Καπουράνης, Νατάσα Εξηνταβελώνη, Γιώργος Ζυγούρης, Νικολάκης Ζεγκίνογλου, Θανάσης Ραφτόπουλος). Λαμβάνοντας υπόψη ότι είδαμε την πρεμιέρα αναμένεται πιο ισχυρό δέσιμο και εντρύφηση στους απαιτητικούς ρόλους. Την παρούσα στιγμή ξεχωρίσαμε τον Νικολάκη Ζεγκίνογλου για τη σκηνική του θέληση και δυναμική. Απολύτως βατή, όχι λαϊκή, η μετάφραση του Αντώνη Γαλέου, έκανε εύκολη την παρακολούθηση, αφήνοντας διέξοδο στην ποιητική αύρα. Διακριτική η μουσική του Γιώργου Ραμαντάκη, δεν υποσκίαζε, σημαντικοί για τη δημιουργία της ψυχεδελικής κατά κύριο λόγο ατμόσφαιρας, αλλά και των στιγμών αγαλλίασης, οι φωτισμοί της Ελίζας Αλεξανδροπούλου, έργο τέχνης το -αρχικώς εξαφανισμένο- σκηνικό των δύο κόσμων από την Εύα Μανιδάκη.

 

Σύνολο: Μια παράσταση που φέρει την προσωπική σφραγίδα του Καραντζά, αξιόλογη πρόταση στο κείμενο της Κέιν. Περιγράφει ωμά έναν κόσμο, όπως τον όρισε η δημιουργός της, αποσαφηνίζοντάς -γιατί όχι και συμπληρώνοντάς- τον με ευαίσθητη, ποιητική ματιά.    

 

 

       

Ταυτότητα παράστασης: εδώ ,  εισιτήρια:  ΕΔΩ 

 

 

 

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.