Είδαμε: "Άμλετ" σε σκηνοθεσία Κ. Ευαγγελάτου, κερδισμένο στοίχημα σε υπόθεση προσωπική

Είδαμε: "Άμλετ" σε σκηνοθεσία Κ. Ευαγγελάτου, κερδισμένο στοίχημα σε υπόθεση προσωπική

O Άμλετ αποτελεί εκ φύσεως ένα πολυσύνθετο κείμενο και κατ’ επέκταση ανοικτό σε ποικίλες προσεγγίσεις. Όλα τα θεμελιώδη ζητήματα που σχετίζονται με την ανθρώπινη ύπαρξη, κατά κύριο λόγο η ζωή και ο θάνατος, βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ και είναι αναμενόμενο η κάθε σκηνοθετική οπτική να αποδίδει την έμφαση κατά το δοκούν.

 

Κατά τον σαιξπηρικό μύθο ένας πρίγκιπας της Δανίας καλείται να σκοτώσει τον θείο του, παίρνοντας εκδίκηση για τον θάνατο του πατέρα του. Ο πρίγκιπας, ωστόσο, αναβάλλει την εκτέλεση του καθήκοντος αυτού, καθώς οι αμφιβολίες και οι τύψεις του φλερτάρουν με την παράνοια. Το έργο εξελίσσεται σε ένα ψυχογράφημα πρώτης τάξης, έτσι όπως προκύπτει από τη σύγκρουση επιθυμίας, ηθικού χρέους, ορίων της ατομικής αυτενέργειας. 

 

Παράσταση

Στην περίπτωση του Άμλετ της Κατερίνας Ευαγγελάτου το κέντρο βάρους αφορά τον θάνατο, με την ευρύτερη έννοια το τέλος. Η παράσταση βρίσκεται σε απευθείας σύνδεση με το παρελθόν και τις προσωπικές μνήμες, πιο συγκεκριμένα με την ομότιτλη δουλειά, προ τριακονταετίας περίπου, που είχε σκηνοθετήσει ο πατέρας της Σπύρος Ευαγγελάτος (η μητέρα της, η Λήδα Τασοπούλου, είχε υποδυθεί την Οφηλία), ενώ λαμβάνει χώρα σε έναν ιστορικό τόπο, με σημαίνουσα θέση για αλλοτινά θεατρικά δρώμενα. Η ανάμνηση του πατέρα στοιχειώνει τον Άμλετ της περίστασής μας (Οδυσσεάς Παπασπηλιόπουλος), με το φάντασμα του νεκρού πατέρα να επιστρέφει στο πρόσωπο του Άμλετ του τότε (Γιάννης Φέρτης), μια κυκλική πορεία διαφαίνεται να υπάρχει, μια προσωπική αναζήτηση και ταύτιση, όλα έχουν μια αφετηρία, την πορεία τους και καταλήγουν εκεί από όπου ξεκίνησαν, έστω και αν  η όλη διαδικασία προκύπτει μέσα από ένα νοερό ταξίδι μνήμης. Αυτό γίνεται ευθέως αισθητό στην έναρξη και τη λήξη -κορύφωση αποτελεί η σκηνή της ξιφομαχίας- με τους ηθοποιούς του τότε να “επιστρέφουν” για να συμπορευτούν με τους τωρινούς, ίσως μια “έμμεση δήλωση”, ευφυώς διατυπωμένη, ότι κάθε νέο στηρίζεται στο παλιό ή τουλάχιστον εκεί αναζητά τις ρίζες αναφοράς και στήριξής του για τη δική του εξέλιξη. Έτσι λοιπόν ο Άμλετ εμφανίζεται μαινόμενος να ξηλώνει τα σανίδια της σκηνής για να φτάσει στο χώμα, στη γη, εκεί όπου κείτονται οι αγαπημένοι του, συμβολίζοντας την αναζήτηση του παρελθόντος και των οικείων του, στον προσωπικό σκηνοθετικό συμβολισμό τα σπάργανα του Αμφι-Θεάτρου και των ανθρώπων του. Ασφαλώς και δεν πρέπει να δούμε την προσέγγιση ως αποκλειστικά αυτοαναφορική, γιατί τότε αδικούμε το παρόν της, ένα -σύγχρονο- υπαρξιακό σχόλιο για το εφήμερο και το ευμετάβολο προσώπων και καταστάσεων, που διατηρεί τη συνέπειά του καθόλη την παράσταση και έχει τα θεμέλιά του στην υπόθεση του εν λόγω σαιξπηρικού έργου, όπως παρουσιάζεται με τη μορφή στιγμιότυπων. Λιτή και ταυτόχρονα άκρως ενδιαφέρουσα η σύλληψη του σκηνικού από τη Θάλεια Μέλισσα, που αξιοποιεί την πρώτη ύλη από την προγενέστερη παράσταση και την «ξεσκεπάζει», συνδυάζοντας τα έγκατα της γης με την τραγικότητα και την κατάληξη των ηρώων, ο χώρος αποδομείται, όπως ηθικά και ψυχικά αποδομούνται σταδιακά και εκείνοι. Προς την κατεύθυνση αυτή, ενός θρίλερ εν εξελίξει, υποβοηθούν η μουσική σύνθεση του Σταύρου Γασπαράτου και οι φωτισμοί του Σίμου Σαρκεντζή, πολύ ωραία δουλειά τα vintage στην πλειοψηφία τους κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα.

 

Η σκηνοθετική οπτική για το ιδιαίτερο, ποικίλης φύσης, αυτό εγχείρημα επενδύει και δίνει τον πρώτο λόγο στους ηθοποιούς, που συναισθανόμενοι το “ειδικό βάρος” και στην προσπάθεια να ανταπεξέλθουν, λειτουργούν περισσότερο στέρεα και πιο συγκρατημένα στην εκδήλωση συναισθηματικού φορτίου. Ο Άμλετ του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου κινείται αρχικά σε χαμηλούς τόνους, κάνοντας διάλογο με τους νεκρούς, σύντομα όμως κυριεύεται από τη μνήμη του νεκρού πατέρα και καταλαμβάνεται από μανία, η έκφραση της οποίας βρίσκει έναν ιδανικό ερμηνευτή (το ξήλωμα του πατώματος είναι μια αφοπλιστική σκηνή), αν και σε λίγες στιγμές διακρίναμε κάπως πιο υπερβολικούς τόνους. Η Άννα Μάσχα ερμηνεύει έξοχα την Γερτρούδη σε μια απόλυτα ελεγμένη προσέγγιση, χωρίς να ξεφεύγει από τα μέτρα. Παρομοίως και η έτερη γυναικεία παρουσία, αυτή της Αμαλίας Νίνου, που υποδύεται την Οφηλία ψυχή και σώματι, υποστηρίζοντας με πάθος τον ρόλο, αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. Ακολούθως και ο Δημήτρης Παπανικολάου αποδίδει ταιριαστά τον άνθρωπο που προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια της εξουσίας. Ο Νίκος Ψαράς, ο ήρεμα επικίνδυνος αδελφοκτόνος Κλαύδιος, στο δεύτερο μέρος καταλήγει σε μια ουσιαστική, μεστή ερμηνεία. Και οι υπόλοιποι ηθοποιοί (Μιχάλης Μιχαλάκης, Κυριάκος Σαλής, Γιάννης Κότσιφας, Βασίλης Μπούτσικος και Κλέαρχος Παπαγεωργίου) συμπληρώνουν ικανοποιητικά και συνβοηθούν στο ωραίο αποτέλεσμα, ιδιαίτερα στο δεύτερο και πιο γοργό μέρος, που συγκριτικά και συλλογικά κρίνεται ανώτερο και πιο ενδιαφέρον, εξάλλου εκεί εκδηλώνονται και οι εξελίξεις.   

 

Πληροφορίες για την παράσταση και αγορά εισιτηρίων εδώ.

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.